Είμαστε 6 μόλις 24ωρα (επιτέλους θα έλεγε κανείς) μακριά από την ημέρα των εκλογών. Μοιράζομαι για χάρη συζήτησης, μερικές σκέψεις που έκανα για την προεκλογική που μας αφήνει:
[1] Η προεκλογική ήταν πολύ μακρά και κούρασε σε μεγάλο βαθμό τους ψηφοφόρους (και όχι μόνο)
Αν κανείς υπολογίσει την έναρξη της από την αρχική ρήξη μεταξύ Αβέρωφ Νεοφύτου και Νίκου Χριστοδουλίδη (Η πρόταση για εκλογικό συνέδριο στον ΔΗΣΥ έπεσε στις 7 Ιανουαρίου 2022), θα μετρήσει σήμερα περισσότερους από 12 μήνες προεκλογικής περιόδου. Εάν υπολογίσει την πρόθεση για εξαγγελία του Αχιλλέα Δημητριάδη (13 Σεπτεμβρίου 2021), τότε, αυτή η περίοδος θα ανέβει στους 16 μήνες. Η επανάληψη της ίδιας θεματολογίας για περίοδο 12+ μηνών σε συνδυασμό με την υπερβολική κάλυψη συγκεκριμένων υποψηφίων και το γενικά ρηχό επίπεδο των συζητήσεων που προέκυψαν αλλά και τις “mass-production” δημοσκοπήσεις που μετατράπηκαν σε προϊόντα κατανάλωσης, προκάλεσαν μια άνευ προηγουμένου βαρεμάρα ως προς τις προεδρικές εκλογές.
[2] Υπήρξε ελάχιστη συνεισφορά στο πληροφοριακό περιβάλλον των ψηφοφόρων, με αποτέλεσμα να μη διευκολυνθεί ιδιαίτερα η διαδικασία σχηματισμού γνώμης για τους υποψηφίους και η απόφαση για το ποιον θα ψηφίσουν
Από πού να αρχίσει κανείς και πού να τελειώσει. Από τα debates που “κατακρεουργήθηκαν” ως εργαλείο; Τις κλισέ συνεντεύξεις του κάθε υποψηφίου και των μελών των επιτελείων τους; Την “κατάχρηση” των podcasts και των υπολοίπων εναλλακτικών μορφών επικοινωνίας με το εκλογικό σώμα; Τα (κατά συντριπτική πλειοψηφία) προγράμματα που παραπέμπουν σε πανεπιστημιακή εργασία προπτυχιακού επιπέδου ή εκθέσεις ιδεών; Την επιδεικτική άρνηση υποψηφίων να απαντήσουν σε ζητήματα που είχαν κατά καιρούς τεθεί; Ή την μέχρι αηδίας ανακύκλωση συγκεκριμένων θεμάτων που ουσιαστικά δεν είχαν τίποτε να προσφέρουν στους ψηφοφόρους και αρκετές φορές επαναλαμβάνονταν για “γέμισμα” mediaκού χρόνου και χώρου;
Μετά από 12+ μήνες προεκλογικής, καίρια ζητήματα που απασχολούν τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών εξακολουθούν να μένουν αναπάντητα. Τόσο σε σχέση με την πολιτική, όσο και με την προσωπική πτυχή της κάθε υποψηφιότητας.
[3] Πέραν 3-4 περιπτώσεων, δεν ακούσαμε/διαβάσαμε/είδαμε καμία ριζοσπαστική ή ενδιαφέρουσα πρόταση όπου μέσω της υλοποίησης της, οι ζωές μας θα γίνονταν καλύτερες
Οι (πλείστοι) υποψήφιοι περιορίστηκαν σε εύηχη συνθηματολογία (που η μόνη της διαφοροποίηση από εκείνη των προηγούμενων εκλογών έγκειται στις οικονομικές και τεχνολογικές εξελίξεις όπου η χώρα μας ως συνήθως ακολουθεί), χωρίς να καταθέσουν προς αξιολόγηση ουσιαστικές ή/και ρεαλιστικές λύσεις για την επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα. Η “πάταξη της διαφθοράς”, το “κράτος δικαίου”, η “ποιοτική παιδεία”, η “ποιοτική υγεία” και η “αξιοπρεπής εργασία” δεν είναι προτάσεις. Ειλικρινά, υπάρχει έστω η παραμικρή αμφιβολία πως δεν συμφωνεί με όλα αυτά έστω και ένας υποψήφιος; Στη βάση ποιων συγκεκριμένων προτάσεων καλείται ο πολίτης να επιλέξει;
Επίσης, καίρια θέματα που απασχολούν τις σύγχρονες κοινωνίες έμειναν εκτός δημόσιας συζήτησης (AI, Tech, Καινοτομία κλπ.).
[4] Η ρητορική και η επικοινωνία στην οποία εκτεθήκαμε, δεν ανταποκρίνεται στο 2023
Δεν προκαλεί καμία έκπληξη η (για ακόμα μια φορά) αποστροφή των νέων στις εκλογές αλλά και η γενική απογοήτευση των νεαρών ενηλίκων από τους υποψηφίους. Ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίστηκαν τα ζητήματα που διακυβεύονται στην τρέχουσα προεκλογική (ποιο είναι το κάθε θέμα, ποιες είναι οι προκλήσεις, ποιες είναι οι ευκαιρίες, πώς επιτυγχάνεται θετικό αποτέλεσμα, πώς το αποτέλεσμα θα έχει θετική επίδραση στις ζωές μας), αλλά και ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάστηκαν οι υποψηφιότητες (τόσο μέσω συμβατικών ΜΜΕ όσο και μέσω των εναλλακτικών και ψηφιακών καναλιών αλλά και φυσικών δραστηριοτήτων), καθιστούν αρκετά απομακρυσμένη την προσέγγιση των ατόμων που εμπίπτουν στις κοινωνικές ομάδες που διαχρονικά δεν έχουν ενδιαφέρον για το πολιτικό γίγνεσθαι του τόπου, και ως επακόλουθο, στη συντριπτική τους πλειοψηφία απέχουν και από τις όποιες εκλογικές διαδικασίες.
[5] Τα ΜΜΕ δεν αξιοποίησαν πλήρως τις δυνατότητες τους
Αυτό που πολλοί θα κρατήσουν από την τρέχουσα προεκλογική είναι η απουσία επιμονής των δημοσιογράφων, να λάβουν συγκεκριμένες απαντήσεις στις ερωτήσεις που σε πολλές περιπτώσεις έθεσαν. Επιπρόσθετα, η δομή και ο τρόπος διεξαγωγής των debates, δεν επέτρεψαν να γίνει η πολιτική πιο κατανοητή στους πολίτες, να αναδειχθούν οι θετικές και οι αρνητικές πτυχές των υποψηφίων, να αξιολογηθούν οι αντικρουόμενες τους απόψεις, αλλά κυρίως, να ενισχυθεί το ενδιαφέρον των πολιτών για την κάθε συζήτηση, ούτως ώστε να κινητοποιηθούν και να συμμετάσχουν στις εκλογές (περισσότερα για τα debates ΕΔΩ).
Από την άλλη, η μαζική εμφάνιση διαφόρων εναλλακτικών καναλιών επικοινωνίας (podcasts, διαδικτυακές εκπομπές κλπ.), κατάφεραν, παρά τις όλες αδυναμίες και περιορισμούς τους, να επωμιστούν ένα σημαντικό βάρος των αρμοδιοτήτων των παραδοσιακών ΜΜΕ. Εκτιμώ ότι στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις το συγκεκριμένο φαινόμενο θα είναι ακόμα πιο έντονο.
Η συνολική της συνεισφορά
Μ΄αυτά και μ΄αυτά, εκτιμώ ότι η προεκλογική περίοδος που διανύσαμε τους τελευταίους μήνες, θα αποτελέσει σημείο-σταθμό για τις μελλοντικές εκλογικές αναμετρήσεις. Ανεξαρτήτως του εκλογικού αποτελέσματος, θεωρώ ότι θα αναγκαστούμε να αναθεωρήσουμε σε σχέση με συγκεκριμένα μέρη που συντελούν την κάθε προεκλογική περίοδο:
- Τη διάρκεια τους
- Την ισχύ και τη βαρύτητα των μη-παραδοσιακών/συμβατικών Μέσων στη διαμόρφωση του πληροφοριακού περιβάλλοντος και τον καθορισμό της Ατζέντας
- Τις δημοσκοπήσεις και τον ρόλο τους
- Τον τρόπος προσέγγισης των ψηφοφόρων