Search
Close this search box.

Ευθανασία: Άλλο δικαίωµα, άλλο υποχρέωση…

First published @Χαραυγή

Ανοίγει και στην Κύπρο ο διάλογος για την ευθανασία. Παρά τη λεπτότητα του ζητήµατος, κάτι που δεν µπορεί να τύχει οποιασδήποτε αµφισβήτησης είναι η γενικότερη στάση της κοινωνίας απέναντι στο θάνατο. Αυτό που παρατηρείται διαχρονικά είναι η ολική µας µετατόπιση από την αντίληψή του ως κάτι µη ανατρέψιµο, ως την απόλυτα φυσική µας κατάληξη. Η φυσικότητά του ως γεγονότος µε
την πρόοδο της ιατρικής, της φαρµακευτικής και της τεχνολογίας έχει αρχίσει σταδιακά να φθείρεται.

Μια απλή µατιά στον τρόπο µε τον οποίο µεταβάλλεται µε την πάροδο του χρόνου ο µέσος όρος του προσδόκιµου ζωής, µπορεί να εξηγήσει µε τρόπο απλό πώς ο θάνατος µπορεί να προσλαµβάνεται από τον άνθρωπο. Πόσο διαφορετικά θα αντιλαµβανόταν κάποιος την ιδέα του θανάτου το 1850 όταν ο µέσος όρος προσδόκιµου ζωής ήταν µόλις τα 30 χρόνια, σε σχέση µε κάποιον που ζει σήµερα µε προσδόκιµο ζωής τα 75 χρόνια;

Η ανησυχία που ωστόσο φαίνεται να υφίσταται, και λογικά θα συνεχίσει να υφίσταται, είναι αυτή του τρόπου µε τον οποίο ο κάθε άνθρωπος «φεύγει» από τη ζωή. Παρά το ότι στην Κύπρο η συζήτηση βρίσκεται στα αρχικά της στάδια, αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι η άµεση παρέµβαση της Εκκλησίας. Μάλιστα, µέσω εκπροσώπων της διαµηνύει πως ουδέποτε θα συναινέσει στην ευθανασία. Για την ίδια την Εκκλησία, λοιπόν, θεωρείται προβληµατικό ο άνθρωπος να θέτει ψηλότερα την ποιότητα της ζωής του από την αξία που η ίδια της προσδίδει, καθώς τη θεωρεί ως ένα δώρο που ο Θεός δίνει και παίρνει.

∆ιερωτάται κανείς: «Ποιος δίνει δώρα και µετά τα παίρνει πίσω»;

Μια πρώτη ανάγνωση του τι επικοινωνείται µέχρι τώρα από εκπροσώπους της Εκκλησίας, µας επιτρέπει να συµπεράνουµε ότι η ελεύθερη βούληση που ο ίδιος ο Θεός υπόσχεται, περιορίζεται εκτός της απόφασης για «αποχώρηση» από τη ζωή. Ακόµα και όταν η «παραµονή» σε αυτήν επιβαρύνει σωµατικά και ψυχολογικά τον οποιονδήποτε θέλει να ακολουθήσει τη επιλογή της ευθανασίας, αλλά και τα γύρω του άτοµα. Μια «κουτσουρεµένη» ελεύθερη βούληση λοιπόν, η οποία περιορίζεται στα «πρέπει» και στα «µη» που θα καθορίσουν τη µοίρα της υποσχόµενης «µετά θάνατον ζωής», αποκλείοντας κάθε ορθολογιστική προσέγγιση της ζωής και της ποιότητάς της, έχοντας υπόψη την πολύ σύντοµη διάρκειά της εάν σκεφτεί κανείς το τι προηγήθηκε αυτής αλλά και το τι θα ακολουθήσει αυτής.

Η άµεση και επίµονη στάση της Εκκλησίας έχει ήδη προκαλέσει αντιδράσεις. Ωστόσο, ο οποιοσδήποτε µπορεί να το θεωρήσει ως µια απόλυτα λογική εξέλιξη εντός ενός κράτους το οποίο εξουσιοδοτεί σε καθηµερινή βάση την Εκκλησία να έχει λόγο σε τέτοια ζητήµατα. Ας µην αγνοούµε και την προσκόλλησή µας ως λαός στο συντηρητισµό και τον καθωσπρεπισµό, διατηρώντας θρησκευτικές διαδικασίες για χάριν του «εθίµου» ή της «αποφυγής της οποιαδήποτε κοινωνικής αντίδρασης», µε πρώτη και βασικότερη εκείνη της βάπτισης που ουσιαστικά νοµιµοποιεί την εµπλοκή της Εκκλησίας στα ζητήµατα που αφορούν την προσωπική µας ζωή.

Η ευθανασία, αρχικά, έχει να κάνει µε την ηθική και την προσωπική ελευθερία του καθενός. Και εφόσον η ευθανασία από τη στιγµή που κατά την κρίση του ατόµου εξυπηρετεί θετικά τον ίδιο αλλά και τους κοντινούς του ανθρώπους, και δεν παραβιάζει τα δικαιώµατα κανενός, είναι απόλυτα ηθική πράξη. Κάθε άνθρωπος πρέπει να έχει το δικαίωµα να επιλέξει πότε και πώς να πεθάνει, µε αξιοπρέπεια, όπως του επιβάλλει η συνείδησή του. Η παραµονή εν ζωή όταν εµπεριέχει πόνο, ταλαιπωρία, ψυχική κόπωση και απώλεια της αυτονοµίας, µειώνει ραγδαία την ποιότητα ζωής του ατόµου.

Η ζωή είναι δικαίωµα και όχι υποχρέωση. Και τι είναι πιο σηµαντικό από τη δυνατότητα που µπορεί να έχει ένας άνθρωπος να ζήσει τη ζωή του ακριβώς όπως τη θέλει; Οτιδήποτε διαφορετικό, και εφόσον συνεχίζεται παρά τη θέλησή του, δεν µπορεί να χαρακτηριστεί και ως τιµωρία; Γιατί να στερείται κάποιος το δικαίωµα να επιλέξει για τη δική του ζωή; Γιατί να υπονοµεύεται από τρίτους η υποκειµενική αντίληψη της αξιοπρέπειας και της αξίας της ζωής του κάθε ανθρώπου;

share this