First published @LimassolToday
Με αφορμή την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία (ενώ ταυτόχρονα μαίνονται πολεμικές συγκρούσεις σε δεκάδες άλλες χώρες), ένα αφήγημα που «παίζει» αρκετά στις δημόσιες συζητήσεις, είναι ο ρόλος του φύλου των ηγετών κρατών στην ύπαρξη πολέμων.
Πέραν του σεξιστικού στοιχείου που κουβαλά μια τέτοια αντίληψη, δεν αποτελεί οτιδήποτε λιγότερο από αβάσιμη, αφελής και ιδιαίτερα προβληματική.
«Θα εξακολουθούσαμε να είχαμε πολέμους σήμερα αν στην ηγεσία ήταν γυναίκες αντί άντρες;»
– Η απάντηση είναι ΝΑΙ.
Ο πόλεμος δεν καθορίζεται από το φύλο. Ο πόλεμος είναι το όχημα εξυπηρέτησης συμφερόντων των ισχυρών κοινωνικο-πολιτικο-οικονομικών στρωμάτων ανά το παγκόσμιο. Η ύπαρξη πολέμων στηρίζεται στην αντίστοιχη ύπαρξη ολόκληρης βιομηχανίας που τροφοδοτεί με οπλικά συστήματα και άλλως πως εξοπλισμούς τους στρατούς όλου του κόσμου. Μια πανίσχυρη βιομηχανία που αποτελεί ολόκληρο αντικείμενο μελέτης διαφόρων επιστημών (όπως η κοινωνιολογία), που έχει τη δυνατότητα να επηρεάζει ολόκληρα κράτη και τις πολιτικές αποφάσεις των ηγεσιών τους, κατά κύριο λόγο τις στρατιωτικές τους δαπάνες. Μια βιομηχανία από την οποία, το γυναικείο φύλο δεν απουσιάζει από τις ηγετικές τάξεις της.
Μια σύντομη διαδικτυακή έρευνα για τις ηγεσίες των μεγαλύτερων σε κύκλο εργασιών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη συγκεκριμένη βιομηχανία ανά το παγκόσμιο, μπορεί να μας υποδείξει ότι η στρατιωτική βιομηχανία δεν είναι κατά κανόνα γένους αρσενικού.
Ενδεικτικά παρατίθενται στοιχεία για τις πρώτες 5 εταιρείες στους σχετικούς πίνακες:
1. Lockheed Martin (ΗΠΑ), CEO: James Taiclet (άνδρας) – Κέρδη για το 2020: $62,5 δις
2. Raytheon Technologies (ΗΠΑ), CEO: Greg Hayes (άνδρας) – Κέρδη για το 2020: $42 δις
3. Boeing Defence, Space & Security (ΗΠΑ), CEO: Leanne G. Caret (γυναίκα) – Κέρδη για το 2020: $32,4 δις
4. Northrop Grumman (ΗΠΑ), CEO: Kathy Warden (γυναίκα) – Κέρδη για το 2020: $31,4 δις
5. General Dynamics (ΗΠΑ), CEO: Phebe Novakovic (γυναίκα) – Κέρδη για το 2020: $29,8 δις
Η στρατιωτική βιομηχανία – Μια κοινωνιολογική προσέγγιση
Ο πόλεμος και γενικότερα ο στρατός αποτελούν για δεκαετίες αντικείμενα μελέτης στην κοινωνιολογία και υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός προσεγγίσεων και απόψεων επί του θέματος. Αναφορικά με τη στρατιωτική βιομηχανία που αποτελεί βασικό γρανάζι στη λειτουργία του στρατού αλλά και καθοριστικό παράγοντα στην έκρηξη στρατιωτικών συγκρούσεων, ο πρώτος που παρουσίασε μια συγκρουσιακή προσέγγιση ήταν ο 34ος Πρόεδρος των ΗΠΑ, Dwight D. Eisenhower, ο οποίος εξέφρασε στην αποχαιρετιστήρια ομιλία του από την προεδρία των ΗΠΑ την ανησυχία του για τη δύναμη και την επιρροή του λεγόμενου “Στρατιωτικού-Βιομηχανικού Συμπλέγματος”.
Είχε προειδοποιήσει για την ανάγκη προφύλαξης της κοινωνίας από την απόκτηση αδικαιολόγητης επιρροής από το συγκεκριμένο σύμπλεγμα, αναφέροντας μάλιστα, ότι αποτελεί υποχρέωση των “επαγρυπνούντων και ενήμερων πολιτών” τη διασφάλιση της “σωστής σύμπλεξης” των τεράστιων βιομηχανιών και των στρατιωτικών μηχανισμών άμυνας, ούτως ώστε, μέσω ειρηνικών μεθόδων να συνδυαστούν επιτυχώς η ασφάλεια και η ελευθερία.
Πώς προσεγγίζεται όμως κοινωνιολογικά μέσα από τη Συγκρουσιακή Θεωρία το “Στρατιωτικό-Βιομηχανικό Σύμπλεγμα”;
Η συγκεκριμένη προσέγγιση αναπτύχθηκε κατά βάση με τα δεδομένα που επικρατούν στις ΗΠΑ, οι οποίες, ξοδεύουν τεράστια ποσά για τη διατήρηση του στρατού τους και γενικότερα τους αμυντικούς τους εξοπλισμούς αλλά και τις στρατιωτικές τους επιχειρήσεις. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη προσέγγιση, οι στρατιωτικές δαπάνες και οι στρατιωτικές επιχειρήσεις υφίστανται, εκτός της ανάγκης ενίσχυσης της πολιτικής δύναμης συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, και για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων οικονομικών συμφερόντων.
Η κριτική εστιάζει στις συνεργατικές και αλληλοενισχυτικές και αλληλοεξαρτούμενες σχέσεις μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων, των στρατιωτικών βιομηχανιών και των πολιτικών ηγεσιών, οι οποίες με τη λειτουργία τους διασφαλίζουν την ηγεμονία των κοινωνικών και πολιτικών ελίτ, εις βάρος της υπόλοιπης κοινωνίας, επηρεάζοντας με αυτό τον τρόπο τις οικονομικές και τις διεθνείς πολιτικές των κρατών σε παγκόσμια κλίμακα.
Όλοι όσοι ανήκουν στις συγκεκριμένες ομάδες, συνιστούν σύμφωνα με τον Αμερικανό κοινωνιολόγο C. Wright Mills, μια “άρχουσα τάξη” που στη βάση της πολιτικής και οικονομικής της ισχύος καταφέρνει να εργάζεται για την εξυπηρέτηση αποκλειστικά των δικών της συμφερόντων. Μερικοί από τους βασικότερους παράγοντες σε αυτή τη συνεργατική σχέση, είναι τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη στρατιωτική βιομηχανία. Ο ίδιος μέσω της έρευνάς του διαπίστωσε ότι όταν τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου, οι γερουσιαστές και οι ανώτατοι στρατηγοί και άλλοι στρατιωτικοί αξιωματούχοι συνταξιοδοτούνται, συχνά τοποθετούνται στα συμβούλια τέτοιων επιχειρήσεων, ενώ αντίστοιχα, στελέχη αυτών των επιχειρήσεων, γίνονται μέλη του υπουργικού συμβουλίου ή λαμβάνουν άλλες σημαντικές πολιτικές θέσεις προϊσταμένων σε πόστα άμυνας, στρατού και ασφάλειας. Με μια απλή αναζήτηση για τα βιογραφικά όσων έχουν υπηρετήσει στα διοικητικά συμβούλια εταιριών της στρατιωτικής βιομηχανίας, μπορεί να το επαληθεύσει.
Ο πόλεμος ως φαινόμενο από την άλλη, εμπεριέχει οικονομικά συμφέροντα και μπορεί να αποφέρει οικονομικά οφέλη σε συγκεκριμένες ομάδες. Ως αποτέλεσμα, η πολιτική που εφαρμόζεται επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό, όπως για παράδειγμα, αυτή που αφορά τις δαπάνες για κοινωνικές ανάγκες, τη φτώχεια ή την κλιματική αλλαγή, οι οποίες κατά τη διάρκεια περιόδων εμπόλεμων συγκρούσεων μειώνονται.
Επομένως, αντιλαμβάνεται κανείς ότι, ο πόλεμος φέρει ένα μεγάλο βαθμό εξάρτησης από οικονομικά συμφέροντα. Ποιος θα ήταν άλλωστε ο λόγος ύπαρξης αυτής της τεράστιας βιομηχανίας στην περίπτωση όπου δεν υπήρχαν πόλεμοι;
Ποιος μπορεί να το αμφισβητήσει γνωρίζοντας ότι η στρατιωτική βιομηχανία έχει ένα τεράστιο κύκλο εργασιών, αποφέροντας κέρδη τρισεκατομμυρίων στις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο τομέα;
Έχει τελικά ο πόλεμος φύλο;
Όπως έχει ήδη αναφερθεί και στην αρχή του άρθρου, μια τέτοια αντίληψη είναι ιδιαίτερα αφελής καθώς ο πόλεμος, δεν αποτελεί ένα μονοδιάστατο φαινόμενο που προφανώς και δεν καθορίζεται από τις γενετικές ιδιαιτερότητες που καθορίζει το φύλο του κάθε ηγέτη, και με βάση όλα τα στοιχεία που υπάρχουν, η άποψη ότι με γυναίκες στην εξουσία οι πόλεμοι θα σταματούσαν, δεν τυγχάνει οποιασδήποτε υποστήριξης.
Είναι γεγονός ωστόσο, ότι άλλες επιστήμες όπως αυτή του Gender Studies εντοπίζουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των δύο φύλων που σχετίζονται με τον πόλεμο, ότι ο τρόπος οργάνωσης της κοινωνίας επηρεάζει, όπως επίσης και τα συστήματα εξουσίας που προωθούνται και διατηρούνται, τον ρόλο των έμφυλων στερεοτύπων και των προκαταλήψεων και πολλά άλλα.
Όμως γενικότερα, ο πόλεμος δεν είναι ένα ζήτημα που έχει να κάνει με το φύλο, αλλά είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο. Τώρα, αν θα είχαμε λιγότερους πολέμους με γυναίκες στην εξουσία, εξακολουθούμε να μην είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε.
Κλείνοντας, παρατίθεται απόσπασμα από συνέντευξη της πρώην Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Madeleine Albright (η οποία απεβίωσε την Τρίτη 23 Μαρτίου) κατά τη δεκαετία του ’90, στην οποία δήλωνε χωρίς κανένα ενδοιασμό πως ο θάνατος 500.000 παιδιών στο Ιράκ, “άξιζε”, ως μια ακόμη απόδειξη ότι η καταστροφή δεν ανήκει κι ούτε μπορεί να χρεώνεται στο οποιοδήποτε φύλο.