First published @LimassolToday
Από την Κυριακή 10 Ιανουαρίου η Κύπρος μπήκε και επίσημα στην εποχή του 2ου lockdown, το ύστατο μέτρο που επιβάλλεται με παρότρυνση της επιδημιολογικής ομάδας με στόχο την αναχαίτιση της πανδημίας του κορωνοϊού. Η κοινωνία βρίσκεται στα όριά της, καθώς η σειρά μέτρων που επιβλήθηκαν από τον περασμένο Μάρτιο έχουν προκαλέσει ένα συσσωρευμένο προβληματισμό στους πολίτες, με πολλούς εξ’ αυτών να γυρίζουν την πλάτη σε ο,τιδήποτε έχει να κάνει σχέση με την πανδημία. Ο κάθε πολίτης έχει επηρεαστεί από όλη αυτή την ιστορία με διαφορετικό τρόπο και ομολογουμένως, οι συνθήκες που όλοι βιώνουμε είναι πρωτόγνωρες. Τι δεν είναι όμως πρωτόγνωρο σε αυτήν την εποχή είναι οι θεωρίες συνωμοσίας, οι οποίες μάλιστα φαίνεται πως χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης από ένα διόλου αμελητέο μέρος της κοινωνίας. Πρόκειται για ένα διαχρονικό φαινόμενο το οποίο εμπεριέχει κινδύνους τόσο για την κοινωνία, όσο και τη γενικότερη πολιτική κουλτούρα που έχει αναπτύξει η ανθρωπότητα.
Το φαινόμενο των θεωριών συνωμοσίας έχει συγκεντρώσει μεγάλο ενδιαφέρον από την ακαδημαϊκή και επιστημονική κοινότητα. Με μια γενική ερμηνεία, θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε τον όρο ως τη «στιγματισμένη γνώση» η οποία κατά τους συνωμοσιολόγους, δεν γίνεται αποδεκτή από τα θεσμικά όργανα στα οποία η ευρύτερη κοινωνία εναποθέτει τις διαδικασίες επικύρωσης και αποδοχής της κοινής αλήθειας (πανεπιστήμια, ιατρικές και επιστημονικές κοινότητες, κυβερνητικές υπηρεσίες, ΜΜΕ κ.ά.). Η απόρριψη αυτών των θεωριών από τις Αρχές, είναι για τους συνωμοσιολόγους ένα επιπλέον σημάδι ότι είναι απόλυτα ορθές. Βλέπετε, η συμβατικότητα έχει πλέον συνδεθεί στενά με την καχυποψία έναντι της εξουσίας, και ο,τιδήποτε περιλαμβάνεται εντός αυτής, αποτελεί έναν ακόμα μηχανισμό επιβολής έναντι των πολιτών. Η ύπαρξη των θεωριών συνωμοσίας έγκειται στις προσπάθειες ορισμένων να οριοθετήσουν και να επεξηγήσουν το κακό. Στη δική μας περίπτωση, το κακό θα μπορούσε να θεωρηθεί η πανδημία του κορωνοϊού. Διαχρονικά, οι υπέρμαχοι των θεωριών συνωμοσίας προσεγγίζουν την ιστορία ως κάτι το οποίο ελέγχεται από τις μεγάλες δυνάμεις του κακού, οι οποίες δεν βρίσκονται με το μέρος της κοινότητας και συχνά παρουσιάζονται σε αυτή μεταμφιεσμένες ως αθώες. Το αποτέλεσμα είναι η δημιουργία μιας κοσμοθεωρίας που χαρακτηρίζεται από μια διαίρεση μεταξύ του καλού και του κακού.
Γιατί οι θεωρίες συνωμοσίας τυγχάνουν αποδοχής;
Όπως και στην παρούσα κατάσταση που βιώνει η ανθρωπότητα, έχοντας να αντιμετωπίσει μια πανδημία (σημ. η πρώτη σε τέτοια έκταση από το 1918), προκύπτουν διάφορα ερωτήματα τα οποία δύσκολα μπορούν να απαντηθούν, και όσο συνεχίζουν να αιωρούνται δημιουργούν όλο και περισσότερους προβληματισμούς στους πολίτες. Χαρακτηριστική είναι η δυσκολία με την οποία τόσο το Υπουργείο Υγείας όσο και η Επιδημιολογική Ομάδα στην Κύπρο, έδιναν από τον Μάρτη εξηγήσεις σε απλά ερωτήματα πολιτών σχετικά με την πανδημία. Ακόμα και σήμερα, πολλοί προβληματισμοί μένουν αναπάντητοι, κυρίως σχετικά τα μέτρα που επιβάλλονται (τα οποία αδιαμφισβήτητα σε συγκεκριμένες περιπτώσεις υπήρξαν αντιφατικά, δυσνόητα και για αρκετούς παράλογα).
Μια θεωρία συνωμοσίας είναι η πεποίθηση ότι ένας οργανισμός που αποτελείται από άτομα ή ομάδες, όπου ενεργούν κρυφά με στόχο να επιτευχθεί ένας συγκεκριμένος κακόβουλος σκοπός.
Αυτό το γνωστικό κενό που προκύπτει έρχεται λοιπόν να το καλύψει μια θεωρία συνωμοσίας. Με βάση την υφιστάμενη βιβλιογραφία, η συνωμοσιολογιακή κοσμοαντίληψη προνοεί ένα σύμπαν το οποίο διέπεται από πλήρη σχεδιασμό, και δεν έχει καθόλου τυχαιότητα. Η έμφαση σε αυτό τον σχεδιασμό εκδηλώνεται μέσω τριών αρχών που συγκροτούν την κάθε θεωρία συνωμοσίας:
[1] Τίποτα δεν συμβαίνει τυχαία.
Ο κόσμος βασίζεται στην πρόθεση και δεν εμπεριέχει ατυχήματα ή/και συμπτώσεις. Ο,τιδήποτε συμβαίνει είναι επειδή υπήρχε η πρόθεση να συμβεί. Για παράδειγμα θα συμπεριλαμβάναμε τη σύνδεση των εκτιμήσεων του Μπιλ Γκέιτς για μια πανδημία μέσα στον 21ο αιώνα, με το «υπόγειο σχέδιο» των ελίτ για μείωση του πληθυσμού. Στα αρχικά στάδια της πανδημίας πολλοί συνωμοσιολόγοι σύνδεσαν τις επιβολές lockdown με ένα σχέδιο μαζικών εγκαταστάσεων υποδομών για το δίκτυο 5G.
[2] Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται.
Ο,τιδήποτε παρουσιάζεται στον απλό πολίτη είναι παραπλανητικό, καθώς περιλαμβάνεται στην προσπάθεια εξαπάτησης και της συγκάλυψης των ταυτοτήτων ή των δραστηριοτήτων των συνωμοτών. Πρόσφατα είχαμε και στην Κύπρο και την πρώτη περίπτωση βιντεογράφησης εντός του Νοσοκομείου Λευκωσίας από πολίτη, σε μια προσπάθειά του να «αποκαλύψει» την «πλεκτάνη» γύρω από τον αριθμό των νοσηλευόμενων στις ΜΕΘ.
[3] Όλα είναι συνδεδεμένα.
Λόγω της απουσίας περιθωρίου για οποιοδήποτε ατύχημα, οι θεωρίες συνωμοσίας δημιουργούν μια συνεχή διαδικασία σύνδεσης και συσχέτισης γεγονότων ούτως ώστε να ξεσκεπαστεί μια υποτιθέμενη απάτη ή σχέδιο. Το αφήγημα σχετικά με το περιεχόμενο των εμβολίων που κατασκευάστηκαν για καταπολέμηση του κορωνοϊού είναι ευρέως γνωστό. Σύμφωνα με τις θεωρίες που κυκλοφορούν, πίσω από τον εμβολιασμό έχει στηθεί ένας ολόκληρος μηχανισμός που στην τελική, θα εξυπηρετήσει τα σχέδια των υποτιθέμενων «δυνάμεων του κακού».
Οι θεωρίες συνωμοσίας μπορούν να υπάρξουν τρομακτικές αλλά και καθησυχαστικές. Είναι καταρχάς τρομακτικές γιατί μεγεθύνουν τη δύναμη του κακού, όπου σε πολλές περιπτώσεις παρουσιάζουν μια διαμάχη μεταξύ καλού και κακού για την κοσμική υπεροχή. Είναι όμως και καθησυχαστικές γιατί υπόσχονται έναν κόσμο που έχει νόημα, χωρίς αυθαιρεσίες. Το γεγονός ότι τα γεγονότα – τα οποία σε πολλές περιπτώσεις ο μέσος πολίτης αδυνατεί να κατανοήσει – παρουσιάζονται ως μη τυχαία, αλλά και το ότι γίνεται μια σαφής ταυτοποίηση του κακού και επομένως, η κοινωνία έχει εναντίον της έναν καθορισμένο εχθρό τον οποίον πρέπει να αντιμετωπίσει, προσδίδουν ένα σκοπό στη ζωή των όσων εν τέλει υιοθετήσουν αυτές τις θεωρίες.
Η περίπτωση της Κύπρου
Η συνωμοσιολογία έχει κάνει αισθητή την παρουσία της και στη δημόσια σφαίρα εντός Κύπρου. Πρόσφατα είχαμε τις υποθέσεις καταστροφής αντενών κινητής τηλεφωνία από πολέμιους του 5G, τις διάφορες διαδηλώσεις ενάντια στη «Νέα Τάξη Πραγμάτων», αλλά και μια συνεχή κυκλοφορία θεωριών συνωμοσίας στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Οι υποστηρικτές αυτών των θεωριών χαρακτηρίζονται από ένα κοινό γνώρισμα: τον σκεπτικισμό τους ενάντια στους θεσμούς. Συγκεκριμένα, πρόκειται για άτομα με μια τάση αμφισβήτησης των ορθόδοξων θεωριών ή πρακτικών, των θεσμών που τις προωθούν και των Αρχών που τις υιοθετούν και εφαρμόζουν. Συχνά, αυτοί οι φορείς αντιμετωπίζονται ως μέρος του δικτύου αλληλοϋποστηριζόμενων και αλληλοσυνδεόμενων στοιχείων που συντελούν στην «πλεκτάνη».
Παρατηρείται λοιπόν μια τάση αμφισβήτησης και απόρριψης των όσων προβάλλονται από την επιστημονική και ακαδημαϊκή κοινότητα, τις πολιτικές που εφαρμόζονται από την κυβέρνηση, αλλά και του περιεχομένου των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Αυτό το φαινόμενο γίνεται όλο και ευρύτερο κυρίως λόγω των δυνατοτήτων που προσφέρουν πλέον οι τεχνολογίες επικοινωνίας. Και εφόσον οι «εναλλακτικές» ιδέες που προβάλλουν οι συνωμοσιολόγοι, αποκλείονται και απορρίπτονται, οι αντιλήψεις τους φαίνεται να ενισχύονται ακόμα περισσότερο, σαν ένα φαινόμενο σπιράλ. Αυτό βέβαια, επεξηγείται τόσο από την κοινωνιολογία αλλά και την ψυχολογία. Επιπλέον, τα λάθη που έγιναν στην αντιμετώπιση της πανδημίας τόσο από πλευράς επιδημιολογικής ομάδας αλλά και της κυβέρνησης, οι ατυχείς επικοινωνιακές πολιτικές που ακολουθήθηκαν, αλλά και η συνεχής εμπορευματοποίηση των ειδήσεων που σχετίζονται με τον κορωνοϊό από τα ΜΜΕ, έχουν καταφέρει να τροφοδοτήσουν τους συνωμοσιολόγους σε σημείο που η συνωμοσιολογία έχει αποκτήσει μια άλλη δυναμική. Έχει αρχίσει να γίνεται αποδεκτή και από άτομα που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα έπεφταν σε αυτή την παγίδα. Και εδώ είναι που χρειάζεται η προσοχή της κοινωνίας αλλά και της πολιτείας για την προστασία της πολιτικής μας κουλτούρας.